padrasto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
padrasto | padrastos |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
padrasto (pt)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
padrasto | padrastos |
padrasto (pt)