paeniteo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

paeniteo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *peh₁- (πληγώνω)

Ρήμα[επεξεργασία]

paeniteo (la) (paeniteō2, paenitui, /, paenitere) (Συνήθως απαντά στο γ' πρόσωπο)