palabre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

palabre < (άμεσο δάνειο) ισπανική palabra

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pa.labʁ/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
palabre palabres

palabre (fr) θηλυκό

  1. (παρωχημένο) δώρο προς έναν βασιλιά των αφρικανικών ακτών για να υπάρχουν καλές σχέσεις με αυτόν
  2. (στην Αφρική) συζήτηση
  3. (στην Αφρική) συγκέντρωση μιας φυλής στην οποία συζητιούνται θέματα που αφορούν την κοινότητα

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]