paroxítona
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
paroxítona (pt) θηλυκό (πληθ. paroxítonas) και paroxítono αρσενικό (πληθυντικός paroxítonοs)
paroxítona (pt) θηλυκό (πληθ. paroxítonas) και paroxítono αρσενικό (πληθυντικός paroxítonοs)