peins

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

peins (fr)

  • πρώτο ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της οριστικής
  • δεύτερο ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της οριστικής