photomaton
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /fɔ.tɔ.ma.tɔ̃/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
photomaton | photomatons |
photomaton (fr) αρσενικό
- μηχάνημα για φωτογραφίες στιγμής