pirater
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
pirater (fr)
- (αμετάβατο) ασχολούμαι με την πειρατεία
- (μεταβατικό)
- πειρατεύω
- αναπαράγω ένα έργο χωρίς να πληρώσω τα δικαιώματα στον συγγραφέα (κ.α.) του
- κλέβω