pneu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pnø/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
pneu pneus

pneu (fr) αρσενικό