political
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | political |
συγκριτικός | more political |
υπερθετικός | most political |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
political (en)
- πολιτικός
- ↪ We expect major political changes.
- Περιμένουμε μεγάλες πολιτικές αλλαγές.
- ↪ We expect major political changes.