popularité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
popularité | popularités |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
popularité (fr) θηλυκό
- η δημοφιλία, η δημοτικότητα
ενικός | πληθυντικός |
popularité | popularités |
popularité (fr) θηλυκό