powieść
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | powieść | powieści |
γενική | powieści | powieści |
δοτική | powieści | powieściom |
αιτιατική | powieść | powieści |
οργανική | powieścią | powieściami |
τοπική | powieści | powieściach |
κλητική | powieści | powieści |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
powieść (pl) θηλυκό
- το μυθιστόρημα