précautionneusement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- précautionneusement < précautionneux
Επίρρημα[επεξεργασία]
précautionneusement (fr)
- με « χίλιες » προφυλάξεις, προσέχοντας πάρα πολύ