primitive

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈpɹɪmɪtɪv/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
primitive primitives

primitive (en)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • primitive στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. (αγγλικά) JavaScript Strings. Πρόσβαση 2021-03-09.



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
primitive primitives

primitive (fr)