proche
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
proche | proches |
proche (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
proche | proches |
proche (fr) αρσενικό ή θηλυκό