proficiency
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
proficiency (en)
- η μεγάλη ικανότητα, η δεξιοτεχνία, η μαεστρία, η άριστη γνώση
- math proficiency - (άριστη) γνώση των μαθηματικών