propriétaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
propriétaire | propriétaires |
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
propriétaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- o ιδιοκτήτης
- o σπιτονοικοκύρης, o νοικοκύρης