prosto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- prosto < prosty
Προφορά[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
prosto (pl)
- ευθεία, ίσια
- idź cały czas prosto i na trzecim skrzyżowaniu skręć w prawo
- πήγαινε όλο ευθεία και στην τρίτη διασταύρωση στρίψε δεξιά
- idź cały czas prosto i na trzecim skrzyżowaniu skręć w prawo
- απλά