protokół
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /prɔˈtɔ.kuw/
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
protokół (pl) αρσενικό
- το πρωτόκολλο
Δείτε επίσης : protokol |
protokół (pl) αρσενικό