réfléchi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | réfléchi | réfléchis |
θηλυκό | réfléchie | réfléchies |
Επίθετο[επεξεργασία]
réfléchi (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | réfléchi | réfléchis |
θηλυκό | réfléchie | réfléchies |
réfléchi (fr)