restant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | restant | restants |
θηλυκό | restante | restantes |
restant (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
restant | restants |
restant (fr) αρσενικό
- το υπόλοιπο
- le restant de ses jours - το υπόλοιπο της ζωής του