rikolti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

rikolti < rikolt- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα rikolti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας rikoltas rikoltanta rikoltata
αόριστος rikoltis rikoltinta rikoltita
μέλλοντας rikoltos rikoltonta rikoltota
υποθετική rikoltus - -
προστακτική rikoltu - -

rikolti (eo)