rook

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

rook (en)

  1. πουλί που μοιάζει με κοράκι (Corvus frugilegus), το χαβαρόνι
  2. (μεταφορικά) απατεώνας
  3. (σκάκι) ο πύργος
     συνώνυμα: castle