adapter

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από s'adapter)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /əˈdæp.tər/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /əˈdæp.tɚ/ (ΗΠΑ)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

adapter (en)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • adapter στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

adapter < λατινική adaptare < ad + aptus

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.dap.te/
 

Ρήμα[επεξεργασία]

adapter (fr)

  1. (μεταβατικό) εφαρμόζω
  2. (pronominal: αντωνυμικό) προσαρμόζομαι

Συγγενικά[επεξεργασία]



Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

adapter (pl) αρσενικό

  1. αντάπτορας
  2. (οικείο) γραμμόφωνο



Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

adapter (sv)

  1. αντάπτορας, εξάρτημα που επιτρέπει την προσαρμογή δύο συσκευών