saboteuse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

saboteuse < θηλυκό του saboteur

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /sa.bɔ.tøz/

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
saboteuse saboteuses

saboteuse (fr) θηλυκό