saillie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- saillie < saillir
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
saillie | saillies |
saillie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
saillie | saillies |
saillie (fr) θηλυκό