sangsue
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- sangsue < λατινική sanguisuga < sanguis, αίμα + sugare, ρουφώ
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
sangsue | sangsues |
sangsue (fr) θηλυκό
- η βδέλλα
- (μεταφορικά) (παρωχημένο) αυτός που ζει ή που πλουτίζει εις βάρος άλλων
- (τεχνολογία) σωλήνας ή χαντάκι για την απομάκρυνση του νερού