serre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
serre serres

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

serre (fr) θηλυκό