sky
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
sky | skies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
sky (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) ο ουρανός
- ↪ There is a gray cloud in the sky.
- Ένα γκρι σύννεφο υπάρχει στον ουρανό.
- ↪ There is a gray cloud in the sky.
Πηγές[επεξεργασία]
Σκοτς (sco)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
sky
Σουηδικά (sv)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
sky (sv) κοινό