sociétaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
sociétaire sociétaires

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

sociétaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό