soucieux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | soucieux | soucieux |
θηλυκό | soucieuse | soucieuses |
Επίθετο[επεξεργασία]
soucieux (fr)
- ανήσυχος, προβληματισμένος
- προσεκτικός, απορροφημένος από μια σκέψη