spion-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

spion- < γερμανική Spion, γαλλική espion

Ρίζα[επεξεργασία]

spion- (eo)

Παράγωγα[επεξεργασία]