surmeti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

surmeti < sur + meti

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα surmeti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας surmetas surmetanta surmetata
αόριστος surmetis surmetinta surmetita
μέλλοντας surmetos surmetonta surmetota
υποθετική surmetus - -
προστακτική surmetu - -

surmeti (eo)