takeout

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: take out

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
takeout takeouts

Ετυμολογία [επεξεργασία]

takeout < take + out

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

takeout (en)

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]