tanken

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈtaŋkn̩/
 
 
ΔΦΑ : /ˈtaŋkŋ̩/
 

Ρήμα[επεξεργασία]

tanken (de)

  • βάζω στο ρεζερβουάρ
    vergiß nicht zu tanken - μην ξεχάσεις να βάλεις (βενζίνη) στο ρεζερβουάρ

Συγγενικά[επεξεργασία]