tenture
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tenture | tentures |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tenture (fr) θηλυκό
- κάθε είδους διακόσμηση ενός τοίχου
- ταπετσαρία
ενικός | πληθυντικός |
tenture | tentures |
tenture (fr) θηλυκό