torrentiel
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | torrentiel | torrentiels |
θηλυκό | torrentielle | torrentielles |
Επίθετο[επεξεργασία]
torrentiel (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | torrentiel | torrentiels |
θηλυκό | torrentielle | torrentielles |
torrentiel (fr)