touché
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επιφώνημα[επεξεργασία]
touché (en)
- με ρούμπωσες, σε ρούμπωσα κλπ.
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
touché (fr)
Επίθετο[επεξεργασία]
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
touché (it)