toxique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
toxique < λατινική toxicus < toxicum
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
toxique (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
toxique | toxiques |
toxique (fr) αρσενικό