tytoń
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- tytoń < (άμεσο δάνειο) τουρκική tütün
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tytoń (pl) αρσενικό
- ο καπνός (το φυτό και το προϊόν από αποξηραμένα και κατεργασμένα φύλλα καπνού)