unforeseen

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

unforeseen < un- + foreseen

Επίθετο[επεξεργασία]

unforeseen (en)

  1. που δεν έχει προβλεφθεί
  2. απρόοπτος, που δεν τον περιμέναμε