véracité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
véracité | véracités |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
véracité (fr) θηλυκό
- το αληθές
ενικός | πληθυντικός |
véracité | véracités |
véracité (fr) θηλυκό