vacuité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
vacuité | vacuités |
vacuité (fr) θηλυκό
- η κενότητα
ενικός | πληθυντικός |
vacuité | vacuités |
vacuité (fr) θηλυκό