spatial
(Ανακατεύθυνση από vaisseau spatial)
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- spatial < λατινική spatium + -al < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *(s)peh₂-
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈspeɪʃəl/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : spa‐tial
- ⓘ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
spatial (en)
- χωρικός, που αναφέρεται στο χώρο
- ↪spatial perception: η αντίληψη του χώρου
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- spatial < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | spatial | spatiaux |
θηλυκό | spatiale | spatiales |
spatial (fr)
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- vaisseau spatial - διαστημόπλοιο
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Λέξεις με επίθημα -al (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)