verrue
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
verrue | verrues |
verrue (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
verrue | verrues |
verrue (fr) θηλυκό