voire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
voire (fr)
- και μάλιστα
- C'est vieilli, voire obsolète. Είναι απηρχαιωμένο, και μάλιστα δεν χρησιμοποιείται πια.
- {πεπαλαιωμένο ή αστειευόμενο) σώπα! (έκφραση έκπληξης και αμφιβολίας)
- Les clients de nos concurrents finissent toujours par venir chez nous. - Voire. Οι πελάτες των ανταγωνιστών μας, στο τέλος, έρχονται πάντα σε μας. - Σώωπα!