vulgariser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /vyl.ɡa.ʁi.ze/
Ρήμα[επεξεργασία]
vulgariser (fr) (μεταβατικό)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη vulgaire