vulva
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
vulva (en)
- το αιδοίο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
vulva | vulve |
vulva (it) θηλυκό
- το αιδοίο