walkman
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
walkman (en)
- το γουόκμαν
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- walkman < (άμεσο δάνειο) αγγλική walkman
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
walkman (fr) αρσενικό
- το γουόκμαν