yellow
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- yellow < yelou < ġeolu
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
yellow (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
yellow (en)
Ρήμα[επεξεργασία]
to yellow (en)