zététique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ze.te.tik/

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
zététique zététiques

zététique (fr) αρσενικό ή θηλυκό